ευθυγραμμία

ευθυγραμμία
η
χαρακτηριστικό γνώρισμα του ευθύγραμμου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ευθυγραμμία — η [ευθύγραμμος] 1. η διάταξη σε ευθεία γραμμή («ευθυγραμμία δενδροστοιχίας») 2. (τοπογρ.) η εργασία με την οποία προσδιορίζεται στο έδαφος η τομή του με το κατακόρυφο επίπεδο που περνά από δύο σημεία τού εδάφους …   Dictionary of Greek

  • κανόνας — (Μαθημ.). Γεωμετρικό όργανο, με το οποίο χαράσσονται ευθύγραμμα τμήματα και παράλληλες μεταξύ τους ευθείες (επειδή ο κ. καταλήγει σε παράλληλα ευθύγραμμα τμήματα). Ο κ., μαζί με τον διαβήτη, είναι τα δύο γεωμετρικά όργανα που οι αρχαίοι Έλληνες… …   Dictionary of Greek

  • δράκων — I (680; – 600 π.Χ.). Αθηναίος νομοθέτης. Υπήρξε ο πρώτος δημιουργός του γραπτού πολιτικού και ποινικού κώδικα της πόλης. Η νομοθεσία του Δ. αποτέλεσε σταθμό στη ζωή της αρχαίας Αθήνας και συνετέλεσε στην πρόοδο προς τη δημοκρατία, ενώ η… …   Dictionary of Greek

  • ιθυτένεια — ἰθυτένεια, ἡ (Α) [ιθυτενής] ευθυγραμμία* …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”